Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Δύο κείμενα του 1906 του Albert Libertad για τις εκλογές

Le bétail électoral


Ici même, j’ai croqué à grands traits le bétail syndical, le bétail patriotique, le bétail des jaunes, le bétail des honnêtes, il faut aujourd’hui que je dépeigne le plus important des bétails, le plus fort par la bêtise, le bétail électoral.

Sur la peau d’âne du tambour nationaliste, sur la baudruche des tambourins républicains, aux cordes de la guitare sentimentalement humanitaire, aux cuivres de la trompette révolutionnaire, voilà que se bat, que se touche, que se donne le rappel du bétail ; c’est le ranz des électeurs qui retentit partout à travers l’espace.

Votez pour Tartempion, votez pour Machin, votez pour Truc. Des affiches multicolores vous rapprochent à tous les coins de rue afin de vous raconter la candeur, l’esprit, la loyauté d’un quelconque candidat. En peu de lignes, un Gérault-Richard des boulevards extérieurs, un Rouvier de grands chemins, un Marchand du surin et de la pince deviennent des parangons de vertu, d’honnêteté et de douceur.

Le bétail électoral commente la force de la houlette d’Untel, le coup de fouet de Tel autre, le doigté crapuleux de Chose et le coup de gueule tonitruant de Machin. Le bétail pèse aussi la valeur des promesses faites ; non pas qu’il ignore que jamais elles ne sont tenues, mais pour se donner un peu d’illusion.

La lune, le bonheur, la diminution des impôts, la liberté, autant de chimères auxquelles il ne croit plus mais auxquelles pourtant il lui paraît bon de sembler croire encore. Il court aux rendez-vous que lui donnent les apprentis bergers après avoir fait un choix au zanzibar du troquet. Chez les nationalos ou chez les socialos ? Les dés répondent.

Il garnit la salle et il écoute religieusement l’orateurcandidat qui découpe des tranches de bonheur et débite des petits paquets de réformes. Il ouvre la gueule et les oreilles pour en prendre davantage.

« Les alouettes tomberont toutes rôties dans ta bouche ; ton taudis deviendra un palais ; tu auras des rentes à trente ans, dit le candidat. —Ah! Ah! Ah! qu’il parle donc bien, cet homme ! Ce sont des mensonges qu’il nous raconte, mais que cela nous fait du bien de croire un moment que ce sont des vérités », dit le votard. Quelquefois, il arrive qu’un autre candidat interrompe pour dire : « Ce n’est pas exact, les alouettes tomberont toutes bouillies dans ta bouche. » Et le bétail électoral suit, attentif, le débat passionnant : « Bouillies ou rôties ? Comment seront préparées ces alouettes qu’il ne mangera pas ? »

Alors que tous sont dans le rêve, une voix interrompt brutalement, sans précautions oratoires, les bonimenteurs : « Les alouettes ne tomberont ni rôties ni bouillies dans ta bouche, nigaud. Et si elles tombaient jamais toutes prêtes, ce serait de par ta bêtise, dans la gueule des candidats. » Alors, ce sont des cris, des vociférations : « À mort ! qu’on le tue ! qu’on le chasse ! La ferme ! Mouchard ! Agent de la réaction ! Jaune ! Rouge ! Jésuite ! Communard ! »

Celui qui veut jeter la vérité est entouré, bousculé ; les poings se lèvent sur sa tête, on lui crache au visage, on le jette dehors.

Et tranquille, le prometteur détaille le bonheur, offre le paradis et le bétail électoral reprend le fil du rêve qu’il fait tout éveillé, boit à nouveau le vin décevant de l’espérance. Comme dans tous les troupeaux, il y a les meneurs, les gens du comité. Ce sont ceux à qui le candidat a promis autre chose que la viande creuse de l’espoir. Ils ont mission de « chauffer » la salle, de veiller à ce qu’aucun gêneur ne puisse entrer. Ils préparent le public, ils soûlent de vinasse quelques forts-à-bras qui feront de leur poitrine un rempart au bonimenteur.

À coté d’eux, il y a quelques sincères : ceux dont la bêtise atteint le dernier degré. Ils font l’appoint le meilleur, ce sont les moutons qui sautent par-dessus bord, montrant la voie à tout le troupeau. Disons-le bien haut : que le bétail électoral soit tondu, mangé, accommodé à toutes les sauces, qu’est-ce que cela peut bien nous faire ? Rien.

Ce qui nous importe, c’est qu’entraînés par le poids du nombre nous roulons vers le précipice où nous mène l’inconscience du troupeau. Nous voyons le précipice, nous crions « Casse-cou ! » Si nous pouvions nous dégager de la masse qui nous entraîne, nous la laisserions rouler à l’abîme; pour ma part même, le dirai-je ? je crois bien que je l’y pousserais. Mais nous ne le pouvons pas. Aussi devons-nous être partout à montrer le danger, à dévoiler le bonimenteur. Ramenons sur le terrain de la réalité le bétail électoral qui s’égare dans les sables mouvants du rêve.

Nous ne voulons pas voter, mais ceux qui votent choisissent un maître, lequel sera, que nous le voulions ou non, notre maître. Aussi devons-nous empêcher quiconque d’accomplir le geste essentiellement autoritaire du vote. Chez les nationalistes et les socialistes, chez les républicains et les royalistes, partout nous devons porter la parole anarchiste « Ni dieux ni maîtres ».

Et par la raison, et par la violence, il nous faut empêcher la course à l’abîme où nous entraînent la veulerie et la bêtise des votards. Que le bétail électoral soit mené à coups de lanières, cela nous importe peu, mais il construit des barrières dans lesquelles il se parque et veut nous parquer ; il nomme des maîtres qui le dirigeront et veulent nous diriger.

Ces barrières sont les lois. Ces maîtres sont les législateurs.

Il nous faut travailler à détruire les unes et les autres, dûton, pour cela, disperser au loin le fumier où poussent les députés, le fumier électoral.


Προς τα εκλογικά κοπάδια


Υπό την πίεση των ενδιαφερόμενων ατόμων τα πολιτικά κόμματα εγκαινιάζουν την πολυαναμενόμενη περίοδο των προεκλογικών αψιμαχιών.

Ως συνήθως, θα προσβάλλουν ο ένας τον άλλον, θα σπιλώνουν ο ένας τον άλλον, θα αντιδικούν. Ύβρεις θα ανταλλάσσονται προς όφελος κάποιου τρίτου λωποδύτη, έτοιμου πάντα να εκμεταλλευτεί την ηλιθιότητα του πλήθους.

Εσύ τι προσδοκάς απ’ όλ’ αυτά;

Ζεις με τα παιδιά σου σε χαμόσπιτα. Τρως – όταν μπορείς – τροφή φτηνή και νοθευμένη από την απληστία των εμπόρων. Έκθετος στον αφανισμό από το αλκοόλ κι από την φυματίωση, να σκοτώνεσαι απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ στη δουλειά. Μία δουλειά πάντα τόσο ηλίθια κι άχρηστη κι απ’ την οποία τίποτα δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσεις. Αύριο θ’ αρχίσεις πάλι απ’ την αρχή, και θα κυλήσει έτσι η ζωή σου μέχρι να πεθάνεις.

Δεν υπάρχει περίπτωση λοιπόν να τα αλλάξεις όλα αυτά;

Πρόκειται άραγε να σου δώσουν τα μέσα να πραγματώσεις τις υποσχέσεις της ζωής σου, της δικής σου και των συνανθρώπων σου; Θα είσαι ποτέ ικανός να πηγαίνεις και να έρχεσαι, να τρως, να πίνεις, να αναπνέεις χωρίς περιορισμούς, να αγαπάς με χαρά, να αναπαύεσαι, να απολαμβάνεις τις επιστημονικές ανακαλύψεις και τις εφαρμογές τους, μειώνοντας τους μόχθους σου, αυξάνοντας την ευημερία σου; Πρόκειται άραγε να ζήσεις δίχως να σιχαίνεσαι ή να φοβάσαι τη πραγματική ζωή, την έντονη ζωή;

Όχι, λένε οι πολιτικοί που σου ζητούν την ψήφο σου. Αυτό δεν είναι παρά ένα απόμακρο ιδανικό… πρέπει να είσαι υπομονετικός… είστε πολλοί, σίγουρα, αλλά πρέπει να αποκτήσετε συνείδηση της δύναμης σας ούτως ώστε να την εμπιστεύεστε στα άξια χέρια των επαγγελματιών «σωτήρων» σας μια φορά κάθε τέσσερα χρόνια.

Τι θα κάνουν εκείνοι για χάρη σου;

ΝΟΜΟΥΣ! Τι είναι ο Νόμος; Η καταπίεση του μεγαλύτερου μέρους από μια κλίκα που ισχυρίζεται πως αντιπροσωπεύει την πλειοψηφία. Σε κάθε περίπτωση, το σφάλμα που διακηρύσσεται από την πλειοψηφία δεν επαληθεύεται, και μόνο εκείνοι που δεν σκέφτονται σκύβουνε το κεφάλι στωικά μπροστά σε κάθε νόμιμο ψεύδος. Η αλήθεια δεν μπορεί να καθοριστεί δια της ψηφοφορίας!

Όποιος ψηφίζει δέχεται να καταπιέζεται.

Γιατί λοιπόν υπάρχουν νόμοι; Γιατί υπάρχει ιδιοκτησία. Η προκατάληψη περί ιδιοκτησίας είναι που οφείλεται για τη μιζέρια μας, για όλο τον ανθρώπινο πόνο. Κι αυτοί που υποφέρουν απ’ αυτήν έχουν κάθε συμφέρον να επιχειρήσουν να την καταστρέψουν και μαζί της να καταστρέψουνε τους νόμους. Το μόνο εύλογο μέσο για να υπερνικήσεις τους νόμους είναι να πάψεις να τους φτιάχνεις.

Ποιος φτιάχνει νόμους; Οι αριβίστες των κοινοβουλίων.

Σε τελική ανάλυση δεν είναι μια χούφτα εξουσιαστών που μας συνθλίβει, αλλά η απερισκεψία, η ηλιθιότητα της αγέλης εκείνων των προβάτων του Πανούργου που απαρτίζουνε το εκλογικό κοπάδι.

Δεν θα σταματήσουμε να παλεύουμε για την κατάκτηση της «άμεσης ευτυχίας» παραμένοντας θιασώτες της μοναδικής μεθόδου και διακηρύσσοντας με όσους απέχοντες συντρόφους μας:


Ο ψηφοφόρος είναι ο εχθρός!


Και τώρα, στις κάλπες, μοσχάρι.

16 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

wow.

Ανώνυμος είπε...

wow οπως world of warcraft?

Ανώνυμος είπε...

Joseph Albert (known as Albert Libertad or Libertad) (24 November 1875 — 12 November 1908)...

Le grand écrivain είπε...

Έκατσα και μετάφρασα το δεύτερο το μικρό, αλλά το πρώτο βαρέθηκα να το μεταφράσω... όποιος ξέρει γαλλικά ας τον απολαύσει στον πρωτότυπο...

Ανώνυμος είπε...

γεμισαμε εχθρους...

Ανώνυμος είπε...

Μια χουφτα εξουσιας και γω γιατι την αντιλαμβανομαι σε διαστασεις επιδημιας,ετσι που καθε μερα αυθυποβαλλομαι στο ιδιο μαρτυριο με την ανακλαστικη ορμη της νευρωσης,ψαχουλευοντας βαναυσα το σωμα μου μηπως διασταυρωθω με τη μορφη της,αναποδογυριζοντας με τρομο τα σωθικα μου μηπως τα βρω κομμενα σε τεμαχια απο τους χαλκεντερους τερμιτες της

melen είπε...

καλά όλα αυτά, σε θεωρητικό όμως επίπεδο.
Αν οι συνθήκες ήταν άλλες, δε θά κανα τέσσερις μέρες ταξίδι για να πάω να ψηφίσω κατά του δικομματισμού.
Τώρα θα το κάνω
κι ομολογώ πως δε νοιώθω καθόλου .. μοσχάρι.
Μοσχάρι θα ένιωθα, αν καθόμουν στο νησί, έκανα τα ωραία μου μπανάκια κι άκουγα μετά για το τάδε ή δείνα ποσοστό αποχής (μη υπολογίσιμο όσο μεγάλο κι αν είναι) που αφού δεν τους τσούζει το γράφουν εκεί που ξέρετε και συνεχίζουν να διαλύουν ό,τι απέμεινε.
Και κάτι ακόμη, καθόλου δε γουστάρω να διαμορφώνεται το εκλογικό αποτέλεσμα κυρίως απ αυτούς που ξεπουλιούνται αισχρά για τα βολέψουν το γιο και την κόρη σε μια θέση των 600-700 ευρώ,
για μένα αυτοί είναι οι εχθροί ψηφοφόροι, γιατί να τους παραχωρήσω όλο το γήπεδο να παίξουν μόνοι τους;

Ε όχι, δε νοιώθω καθόλου μοσχάρι

Ανώνυμος είπε...

θεωρω την αποψη της melen πολυ πραγματιστικη και οποιος δεν εχει φλερταρει εστω ελαφρα μ αυτη την εκδοχη,τι να πω μπορει να του πεφτει λιγο βαρια η ιδεολογια

Ανώνυμος είπε...

αν ψηφιζουν πρόβατα, τσοπάνης εκλέγεται

τπτ

Ανώνυμος είπε...

ο μκρος μας τοτος ενηλικιωνεται, σταθμιζει και υπολογιζει, μα σχεδον επιχειρηματολογει!αχ ο μικρος μας τοτος. 'Αν' και 'εφοσον' τοτε 'αποδεικνυμι' σκεφτεται και αραδιαζει τη σοβαροτητα του ο υπευθυνος πρακτικος πραγματικιστης πια τοτος γιατι δεν θυμαται να ειναι πια μικρος ο μικρος μας ο τοτος.

Ανώνυμος είπε...

πες μας ποιος εισαι κατω απ τη μασκα της συνθηματικης γλωσσας που φορας.προβατο μπορει να εισαι ακομα κι αν δε ψηφιζεις.η ιδεολογια πρεπει να μοιαζει με ρουχο που σου πεφτει παντα στενο..

Ανώνυμος είπε...

προβατα ξεπροβατα ειναι αδερφια μας.

Ανώνυμος είπε...

δεν καταλαβαίνω το ύφος σου ανώνυμε, προφανώς πρόκειται για παρεξήγηση και αν σας προσέβαλα με το σχόλιο μπορείτε να το διαγράψετε. βρήκα το κείμενο πολύ ωραίο και επίκαιρο.
να στε καλά

τπτ

Ανώνυμος είπε...

καλα κανατε και το βαλατε και ειναι και ωραιο και επικαιρο,και εκανε τη λεξη να αντηχει ακομα πιο παραφωνα
αυτα

ναυτίλος είπε...

Ελπίζω να μη σε πειράζει που χρησιμοποίησα ένα απόσπασμα του Libertad για μια ανάρτησή μου. Σ'ευχαριστώ.

Ανώνυμος είπε...

ναυτιλε οχι καθολου δεν πειραζει τον συγγραφεα τουλαχιστον. ο,τι παρεις ...

τι εκπληξη μας περιμενει στην επομενη αναρτηση? κανενα ωραιο και επικαιρο πολιτικο μανιφεστο του σενεκα?