Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

Σώμα μόνον... Καυλόν Απόκρεω! (Μέρος Δεύτερον)



Ναπολέων Λαπαθιώτης


Οι μονόλογοι του καημένου Αντωνάκη


1

Οι επιθυμίες του Αντωνάκη


«Ξαπλωμένος σα γουρούνι μες στην Πάκαρ της μαμάς,

και με πρόθυμο ρουφιάνο τον καλό τον Αποστόλη,

του βαρβάτου μου του κώλου για να σβήσω τας ορμάς,

θάθελα να με γαμούσαν εκατό στρατοί και στόλοι!...»


2

Ο καημός του Αντωνάκη

(Προς τους νεαρούς Κομμουνιστάς)


Σα στοιχειό μέσ’ στις ταβέρνες κάθε βράδυ ξενυχτώ,

κι ένα πράμα μόνο ξέρω – κι η καρδούλα μου ματώνει,

πως ο νους σας έχει πέσει σ’ ένα ζήτημα φριχτό,

και ξεχνάτε να γαμάτε τον καημένο τον Αντώνη!...


6

Η εξομολόγηση του Αντωνάκη


«Χρόνια, τώρα, και χρονάκια γύριζα στους ξένους τόπους

μελετώντας, νύχτα μέρα, τις ψωλές και τους ανθρώπους,

αλλά μήτε στο Μαρόκο, μήτε και στη Χονολούλου,

δεν απάντησα, ποτέ μου, ψωλή σαν του Θρασυβούλου!

Τ’ είν’ εκείνη, βρε παιδί μου! Κόκκινη σα μπολσεβίκος,

πάντα ντούρα και βαρβάτη – και τι πάχος και τι μήκος!...

Για ψωλή καθώς εκείνη, κι όπως και του Αποστόλη,

είν’ ανάγκη να υπάρχουν ειδικοί, επίσης, κώλοι:

Ένας δε εκ των μεγίστων κώλων του παρόντος κόσμου,

άσσος μεταξύ των άσσων – είναι, πάντως, κι ο δικός μου!...»


11

Λέει ο Αντωνάκης:


Είμαι μεν αριστοκράτης, αλλά και δεινός σελέμης!

Είσαι καταστηματάρχης; Πρέπει τότε να με τρέμεις!

Κι όμως τι τιμή, για σκέψου, και τι καύχημα για σε,

να πατώ στο μαγαζί σου και να μένω βερεσέ!

Τι τιμή, να μην υπάρχει στην ταβέρνα σου γκαρσόνι,

λούστρος, μάγερας, λαντζέρης που να μη μου τόνε χώνει!

Τι τιμή, ν’ απολαμβάνει, μέρα νύχτα, συλλογίσου,

τέτοια μούρη, σαν και μένα, το κρασί σου, το φαγί σου!

- και για λίγη τιποτένια και σελέμικη τροφή,

στο προσωπικό να δίνω τέτοιον κώλον ευτραφή!

Μα, πολλές φορές, αυτό μου το σελέμικο γαμήσι

προκαλεί σκηνές, μπελάδες, αγανάκτηση και μίση…

Δεν βαριέσαι! Τους αρπάζω και στην κάμαρη τους πάω:

προκειμένου να τον φάω, τι σημαίνει κι αν τις φάω!...

17.X.1933




13

Ο Βλάμης χασικλής προς την Αντώνα:


Αντώνα μου, Μαντόνα μου, με το χοντρό τον κώλο,

που τόνε παίρνεις όλο,

Να σε γαμούσα τρεις βολές (κουνήσου, ντε, κομμάτι!)

κι ας μούβγαινε το μάτι!...


Κι έπειτα να φωνάζαμε και τα ντερβίσα τ’ άλλα,

να δεις, εσύ, καβάλα!

Κι όλοι, μια γύρα καθιστοί στο τουρλωτό σου μπούτι,

να παίζαμε μπαρμπούτι!...


24.2.1934

15

Οι “σπουδές” της Αντωνίας…


Τόσα χρόνια, στας “Ογρώπας”,

σαν πολύπειρος κυρά,

η παχύδερμος Αντώνα

μελετούσε στη σειρά…


Έβανε τον κώλο κάτου

κι επεδόθη στη σπουδή,

κι ούτε σήκωνε κεφάλι

- το δικό της δηλαδή!...


Τι να σπούδαζε; Ποιος ξέρει!

Δεν μπορεί να βρει κανείς!

Φαίνεται να προπονείτο

δι’ “αγώνας διεθνείς”…


Κι έτσι, τώρα, κι η Αντώνα

έχει πείρα για πολλά,

και κατέχει τόσες γλώσσες

για να γλύφει πιο καλά…


30. 3. 1934

16

Το επίγραμμα του Αντωνάκη


Αντωνάκης, Ευρωπαίος,

συνηθίζων παντός, όστις,

των περί τον κώλον γνώστης,

εκτελεί χρέη “ιππέως”,

να προσδέχεται το πέος

- συνεχώς κι αποτροπαίως…


30. 3. 1934

17

Μετά το καβαλίκεμα…


[α] Οι εντυπώσεις της Αντώνας:

Καύλα κι όρεξη πολλή,

ανεκτίμητος αγκάλη,

- μικρή μόνον η ψωλή:

Να την είχε πιο μεγάλη!...


[β] Οι εντυπώσεις του Γαμιά της:

Καλά όλα της νυκτός,

με παραφοράς ηδείας,

- πλην ο κώλος ανοικτός,

μέχρι φρίκης κι αηδίας…


2. 4. 1934

18

Η «ψυχολογική στιγμή» της Αντώνας!...


Η Αντώνα, μ’ ένα μούργο,

που την έχει καβαλήσει,

- τύπο φαύλο και πανούργο,

τα βρακιά της έχει λύσει,


κι όπως είναι, σαν το κτήνος,

τουρλωμένη στο ντιβάνι,

του μιλεί, ενώ εκείνος

προσπαθεί να της τη βάνει:


«Μη φοβάσαι! Βάν’ την όλη,

βάν’ την, δεν θα με ματώσει!

Σαν και το δικό μου κώλοι,

παίρνουν τόση κι άλλη τόση!...


Πιάσε λίγο το βυζί μου!

Τώρα, τρίψε μου τη ρώγα…

Θα το δεις όπου μαζί μου,

θα καείς από τη φλόγα!...


Φως μου, συ, παράδεισέ μου,

τ’ ουρανού σταλμένος είσαι;!...

Δεν αντέχω πια, χρυσέ μου!

Να, θα χύσω!… Χύνω!… Χύσε!...»

…………………………………


Κι η Αντώνα λιγωμένη,

με τον κώλο της χορτάτο,

δίνει μια και πέφτει κάτω

και ξερή για λίγο μένει!...


5.4.1934


20


Ο γνωστός μας Αντωνάκης, αθεράπευτος μπινές,

ήρως απρεπών σκανδάλων αποβάς στην κάμαρά του,

δεινό διώξιμον υπέστη, παταγώδες κι απηνές,

εξωσθείς απ’ την καημένη τη σπιτονοικοκυρά του!


Κι έτσι, πάντα φουσκωμένος, κορδωμένος και παχύς,

πιάνοντας τον πισινό του και φορώντας τα καλά του,

ζητεί τώρα για να κάτσει κάποιον οίκον “ανοχής”,

που ν’ ανέχεται τους άθλους και τα κωλοσκάνδαλά του…


26. 5. 1934

21


Ο καλός μας Αντωνάκης, κολοκύθας όσο λίγοι,

μη θιγείς, είκοσι χρόνους, απ’ του κόσμου τις ψωλές,

μολονότι, μέρα νύχτα, κατεβρόχθισε πολλές,

- από τα γραφόμενά μου τα κατάφερε κι εθίγη!


Κι απ’ τη λύπη του που τόσο τον πειράξαμεν εμείς,

κάλεσε, την ίδια μέρα, των “ανθρώπων” του τα πλήθη,

και προς δόξαν της αδίκως σπιλωθείσης του τιμής,

λυσσωδώς κατεγαμήθη!...


6. VI. 34


24

Η εθνική θυσία της Αντώνας!...


Αντώνα η μαμμόθρεπτος και παραφουσκωμένη,

κάτοχος κώλου λαϊκών, τελείως, φρονημάτων,

έξω φρενών με τους λοιπούς και με το κίνημά των

και θέλουσα διακαώς, ρητώς και παντί σθένει,

(αυτή, που μόνη της δουλειά στον κόσμον, είν’ ο έρως!)

να εργασθεί πιο εθνικώς κι αντιφιλελευθέρως,

προήλθεν εις απόφασιν πατριωτικοτάτην:

Αντί να παίρνει, του λοιπού, τον κάθε διαβάτην,

- να θυσιάσει μερικώς το πάθος εις τον θρόνον

και να μη δέχεται ψωλή, παρά βασιλοφρόνων…


30.3.1935

25

Lassata, sed non satiate

(Κουρασμένη, πλην όχι κορεσμένη)


Η παχύδερμος Αντώνα

δε φρονίμεψε, και μήτε

που σταμάτησε, καθόλου,

μέρα νύχτα να γαμήται!


Ζήτημ’ αν θα συναντήσεις

λούστρο, κάπελα, λαντζέρη,

στην Αθήνα, που να μην της

πέρασε κι από ΄να χέρι…


Τώρα το ΄ριξε στους μάγκες:

θέλει “νταβατζή” κι “αδρέφι”…

Και να δεις που, όσο τον τρώει,

τόσο, μάτια μου, τη θρέφει!...



3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

μικρη ψωλη εχει αυτος στη φωτο.

Le grand écrivain είπε...

Μα, το ίδιο είπε κι η Αντώνα!

loucretia είπε...

Αγαπητέ grand ecrivain, με μεγάλη μου έκπληξη παρατηρώ ότι η αισθητική του μπλογκ σας έχει ξεφύγει τελευταία, ελπίζω να οφείλεται στην περίοδο αυτή (της αποκριάς εννοώ)...