Το πιο πιθανό είναι ότι τη γνωριμία με την ποίηση του Arseni Tarkovsky οι πιο πολλοί την οφείλουμε στις ταινίες του γιου του Andrei. Αν μη τι άλλο οι απαγγελίες ποιημάτων του από τον ίδιο τον Arseni στον Καθρέφτη του Andrei δεν μπορούν παρά να εντυπωθούν στην μνήμη κάθε θεατή της ταινίας. Ο Arseni Tarkovsky γεννήθηκε το 1907 στο Elisavetgrad της Ουκρανίας. Η σοβιετική λογοκρισία δεν θα του επιτρέψει για πάρα πολλά χρόνια να εκδώσει κανένα βιβλίο με την αιτιολογία ότι η ποίηση του δεν περιείχε κανένα πολιτικό περιεχόμενο. Έτσι η πρώτη του συλλογή Πριν από το χιόνι θα δημοσιευτεί μόλις το 1962. Κάτι το γεγονός αυτό, κάτι οι ταινίες του Andrei θα μεταμορφώσουν τον Arseni σε θρύλο. Ο ποιητής θα πεθάνει το 1989, τρία χρόνια μετά το γιο του, σε ηλικία ογδόντα δύο χρονών.
Το δάσος του Ιγκνάτιεβο
Λαμπάδιασμα των τελευταίων φύλλων μέσα στο αποτελείωμα τους
Ανεβαίνει ψηλά και στα δικά σου μονοπάτια
Το δάσος ζει σ’ έναν παροξυσμό,
Ίδιον μ’ αυτόν που ζούμε εμείς οι δυο τον τελευταίο χρόνο.
Ο δρόμος φαίνεται μες τα κλαμένα μάτια
Όπως οι θάμνοι καθρεφτίζονται στις σκοτεινές λιμνούλες.
Μην απειλείς, μη φοβερίζεις.
Μη ταράζεις τη σιγαλιά του δάσους.
Μπορείς ν’ ακούσεις την πνοή πανάρχαιας ζωής:
Στο νοτισμένο χώμα μανιτάρια γλιστερά έχουν φυτρώσει,
Τα σαλιγκάρια τρύπωσαν τρώγωντας το μεδούλι
Ενώ το δέρμα τους γαργαλά ρίγος υγρό.
Το παρελθόν μας απειλεί –
Κοίτα: τώρα γυρνώ, κοίτα: τώρα σκοτώνω!
Γεμίζει αγκάθια ο ουρανός μ’ ένα σφεντάμι ίδιο ρόδο –
Είθε να κάψει πιο βαθιά έτσι που κόλλησε σχεδόν στα μάτια.
(1935)
***
Τόσο μακρινή είναι η μέρα που γεννήθηκα,
Που καθώς κείτομαι στου ποταμού τον πάτο,
Ακούω κάθε τόσο
Το κρύο κι ολοκάθαρο νερό
Που από πάνω μου κυλά.
Κι αν τραγουδήσουμε κάποιο σκοπό
Που αρχίζει με χορτάρι, το στόμα μας γεμίζει χώμα
Κι έτσι απομένουμε με χείλια σφαλιστά.
Τόσο μακρινή είναι η μέρα που γεννήθηκα,
Που δεν μπορώ πια να μιλήσω.
Μια πόλη ονειρεύτηκα
Σε όχθη από πέτρα.
Κι εγώ κείτομαι στου ποταμού τον πάτο
Και βλέπω μέσ’ απ’ το νερό
Φως μακρινό, μεγάλα σπίτια
Του άστρου πράσινες ακτίνες.
Τόσο μακρινή είναι η μέρα που γεννήθηκα,
Που αν κάποτε φανείς μπροστά μου
Κι αγγίξεις με το χέρι σου τα μάτια,
Θα ‘ναι ένα ψέμα,
Κι εγώ δεν θα μπορώ να σε κρατήσω,
Κι αν φύγεις
Δεν θα σ’ ακολουθήσω σαν τυφλός
Κι αυτό θα ‘ναι ένα ψέμα.
(1938)
Χθες και σήμερα
Σε περίμενα χθες απ’ το πρωί,
Μου είχαν πει πως δεν θα ‘ρχόσουν,
Και ο καιρός – θυμάσαι;
Αληθινή γιορτή! Βγήκα χωρίς παλτό.
Ήρθες σήμερα, τώρα που η μέρα
Είναι τόσο μουντή και πένθιμη.
Τώρα που βρέχει κι η ώρα είναι περασμένη
Τώρα που οι σταγόνες τρέχουνε στα παγερά κλαδιά
Τώρα που ούτε λέξη ούτε μαντίλι
Μπορεί να τις σκουπίσει.
(1941)
***
Πέρασαν είκοσι δύο χρόνια από τότε
Όπου υπάρχει άνθρωπος υπάρχει και θάνατος, όπου υπάρχουν
Ξερά χόρτα υπάρχει και φωτιά, υποχωρούνε τρίζοντας κάτω απ τη σόλα
Όμως εγώ σ’ αυτό το τρίξιμο, σ’ αυτό το στεναγμό
Άλλο θάνατο φέρνω στ’ αυτιά, πιο δυνατό απ’ όλους τους αποχωρισμούς.
Γιατί – βέλος – να μην καώ
Στην πυρκαγιά; Κύκλος γιατί δεν γίνεται
Το ημικύκλιο μου; Γιατί κουρνιάζει η ζωή
Στην ανοιχτή παλάμη σαν πουλί; Που θα βρω
Τον φίλο, τον Θεό, τον άγγελο της οργής
Και της δικαιοσύνης; Αριστερά μου αίμα, αίμα και
Δεξιά. Μα το δικό σου αναίμακτο
Χίλιες φορές πιο θανάσιμο είναι.
Τώρα που το τόξο του πολέμου
Πίσω με στέλνει, δεν πρόκειται τα μάτια σου να κλείσω.
Σε τι έχω φταίξει; Σε τι είμαι ένοχος; Σε τι;
(1941-1963)
Από το ποίημα Ζωή, ζωή
3
Διάλεξα έναν αιώνα που να μου ταιριάζει.
Τραβήξαμε νότια μέσα στη σκονισμένη στέπα
Στα σύννεφα της άμμου άχνιζε το χορτάρι
Ο τζίτζικας έξυνε με το μουστάκι του τα πέταλα του αλόγου
Προφητεύοντας κι απειλώντας με με θάνατο σαν μοναχός.
Την μοίρα μου την κάθισα στη σέλα
Σαν έφηβος θα τρέχω συνεχώς και τώρα και στο μέλλον
Όρθιος πάνω στους αναβολείς.
Διαθέτω αθανασία αρκετή
Για να κυλά το αίμα μου ανάμεσα στις εποχές.
Πρόθυμα τη ζωή μου θα ‘δινα
Για μια ζεστή και σίγουρη γωνιά,
Αν μια ιπτάμενη βελόνα δεν με γυρνούσε
Μέσα στον κόσμο σαν κλωστή.
(1965)
Μετάφραση Αλέξανδρος Ίσαρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου